Kermeli Evgenia,
«Central administration versus provincial arbitrary governance: Patmos and Mount Athos monasteries in the 16th century», Byzantine and Modern Greek Studies Vol. 32 No. 2 (2008), p. 189–202.
Cambridge 2008
Περίληψη / Summary
Κερμελή Ευαγγελία, Κεντρική διοίκηση έναντι επαρχιακής αυθαίρετης διακυβέρνησης: Πάτμος και Άγιον Όρος κατά τον 16ο αιώνα
Η δήμευση των μοναστηριακών περιουσιών που διέταξε ο Σελίμ Β' το 1568 λειτούργησε ως καταλύτης για την επιτάχυνση μιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης και αμοιβαίας προσαρμογής μεταξύ του κέντρου -που εκπροσωπούνταν από τον σουλτάνο και τον νομικό του- και της περιφέρειας που εκφράζονταν από τους μοναχούς. Ακόμα και στις τυπικές αυτοκρατορικές διαταγές, είναι προφανές ότι οι μοναστικές κοινότητες διαπραγματεύτηκαν με επιτυχία τους όρους για την ομαλοποίηση της υπόθεσης, ενώ ο νομικός σύμβουλος συμβίβασε τα συμφέροντα της Πύλης με τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας. Σε τοπικό επίπεδο, ο δικαστής λειτούργησε ως μεσολαβητής, αντιμετωπίζοντας τις απαιτήσεις των μοναχών, ακόμη και αν χρειάστηκε να υπερβεί ορισμένους ισλαμικούς κανόνες και αυτοκρατορικές διαταγές. Έτσι, αυτή η μελέτη περίπτωσης απεικονίζει τον σταδιακό μετασχηματισμό μιας πολιτείας σε διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες.
The confiscation of monastic properties ordered by Selim II in 1568 served as a catalyst precipitating a process of negotiation and mutual accommodation between the centre – represented by the sultan and his jurisconsult- and the periphery articulated by the monks. Even in formulaic imperial orders, it is apparent that the monastic communities successfully negotiated the terms for the normalisation of the affair, whereas the jurisconsult accommodated the Porte's interests to the local society's needs. On the local level, the judge functioned as a mediator, addressing the monks' requirements, even if he had to transgress a number of Islamic rules and imperial orders. Thus, this case study illustrates the gradual transformation of a polity in dialogue with local communities.